To φαινομενικά παράδοξο του να αγαπάς τα γατιά και να μισείς (κάποιους από) τους ανθρώπους!
Αφορμή για το εν λόγω «σημείωμα» αποτέλεσαν μια σειρά από διατυπώσεις και «διαπιστώσεις» που αλίευσα στο διαδίκτυο προ ημερών, σχετικά με το «παράδοξο» κάποιοι να είναι λάβροι υπέρ της προστασίας των ζώων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι και αντίστοιχα λάβροι στην προστασία των ζωών. Ο δολοφονημένος (διότι περί αυτού πρόκειται) νεαρός Σύρος κλέφτης, έρχεται να προστεθεί σε μια αλυσίδα παρόμοιων περιστατικών, όπου νεαροί «παραβατικοί» (ή και απλώς «περιθωριακοί» με τα δεδομένα της μέσης συνείδησης) βρέθηκαν στην «λάθος πλευρά» ενός όπλου που εκπυρσοκρότησε «κατά λάθος».
Πρόκειται για
ένα φαινόμενο όχι βεβαίως αμιγώς ελληνικό (οι πρόσφατες εξεγέρσεις στην Γαλλία
ή παλαιότερα στις ΗΠΑ είναι απλές «στιγμές» αυτού του φαινομένου), ούτε βεβαίως στην άλλη πλευρά του όπλου είναι πάντα αστυνομικοί (αν και είναι το πιο
σύνηθες). Αυτό όμως που είναι σύνηθες, είναι η στάση της πλειοψηφίας που κυμαίνεται
από απλή αδιαφορία (ή/και συνειδητή άγνοια) έως και χαιρεκάκια για αυτό που
συνέβη, με συνήθη ενδιάμεση στάση το «τα’θελε και ο κώλος του».
Μια απαραίτητη
διευκρίνηση. Προφανώς στους από πάνω, ανήκουν και άνθρωποι που δεν είναι καν
«ζωόφιλοι» όπως επίσης προφανώς κάποιοι εκ των «ρίξτους κι άλλες» είναι
πατενταρισμένοι φασίστες.
Αλλά στην στάση αυτών δεν υπάρχει κανένα «παράδοξο», ούτε καν φαινομενικά.
Εκμεταλλεύονται όμως έξυπνα την φοβική οπτική των υπολοίπων για να «κρύβονται»
ανάμεσα τους. Η "ψαρωτική" φωτογραφία αφορά μόνο αυτούς και βεβαίως ΔΕΝ υπονοεί ότι η πλειοψηφία των συνανθρώπων μας είναι τίποτα εκκολαπτόμενοι Hitler!
Πως εξηγείται
λοιπόν η οπτική ανθρώπων, που την ίδια στιγμή που υπερασπίζονται τα δικαιώματα
(επίτηδες ΔΕΝ έβαλα την λέξη σε εισαγωγικά) του σκύλου που τον έσερναν με το
συρματόσκοινο, της γάτας που κλώτσησε ο ασυνείδητος στην θάλασσα ή του γαϊδάρου
στην Σαντορίνη, δεν σκάνε ούτε δάκρυ για τον «κλέφτη του Ναβάρα» ή φτάνουν στο
σημείο να πουν «καλά του έκαναν»?
Για να καταλάβει
κανείς το μέγεθος αυτής της φαινομενικής «αντίφασης» και να δούμε ότι τελικά
πατάει σε μια ΠΟΛΥ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΗ ΑΠΟΨΗ, ας θυμηθούμε ως πιο ακραία εκδοχή αυτής της λογικής αυτούς που ζητάνε να «μαστιγωθεί ζωντανός» ο τάδε που….μαστίγωνε το σκυλάκι του
ας πούμε!
Τι συμβαίνει
τελικά εδώ? Για κάποιους η ζωή ενός ζώου είναι σημαντικότερη από αυτή ενός
ανθρώπου?
Η απάντηση είναι
ρητά. ΟΧΙ. Με εξαίρεση ίσως μερικούς αντικοινωνικούς ηλίθιους που δεν έχει
νόημα να ασχοληθεί κανείς μαζί τους. Αν αυτό ίσχυε, τότε θα είχαμε γεμίσει
βίγκαν, οι αγρότες θα φύλαγαν τα σπαρτά τους με τέιζερ αναισθησίας και άλλα
προφανώς ευτράπελα.
Ο λόγος που οι
άνθρωποι διαχωρίζουν τις περιπτώσεις συμπάθειας και αντιπάθειας τους, είναι η
ΑΘΩΩΟΤΗΤΑ/ΕΝΟΧΗ και ο φόβος τους να μην βρεθούν αντιμέτωποι με την δεύτερη στον
μικρόκοσμο της καθημερινότητας τους.
Το γατάκι που το
κλώτσησαν στην ταβέρνα, «δεν έφταιγε σε τίποτα», αυτός που το κλώτσησε όμως για
πλάκα «έφταιγε». Αν το ΙΔΙΟ γατάκι είχε πνίξει τα κοτόπουλα της αυλής κάποιου
συμπαθούντα, μπορεί να του έριχνε με το αεροβόλο και σίγουρα θα το κλώτσαγε για
να μην ξανάρθει στο κοτέτσι. Άλλωστε οι κακόμοιρες οι κότες επίσης «δεν φταίνε
σε τίποτα»….ασχέτως βέβαια που τις εκμεταλλευόμαστε καθημερινά για τα αυγά τους
και μπορεί και να τις σφάξουμε για γεύμα αν και «αθώες».
Η παραπάνω
παρατήρηση όμως, δεν θα είχε και πολύ αξία (και σίγουρα δεν θα άξιζε να
γραφτούν 1000 λέξεις για αυτήν), αν δεν υπέκρυπτε κάτι πολύ βαθύτερο,
σημαντικότερο και ταξικότερο, που διαπνέει την κοινωνία μας. Αυτή ακριβώς που
εξηγεί, γιατί ακόμα και στην περίπτωση ενός «φταίχτη» όπως ο τάδε
μικροπαραβατικός, κάποιοι του επιφυλάσσουν ή επικροτούν μια μοίρα/ποινή ΣΑΦΩΣ
ΔΥΣΑΝΑΛΟΓΗ του όποιου «αδικήματος» του. Διότι σε καμιά «ζυγαριά» κανενός
πολιτισμένου ανθρώπου, ένα αμάξι δεν μπορεί να ζυγίζει περισσότερο από μια ζωή
ή έναν ακρωτηριασμό ή ότι αντίστοιχο.
Η εξήγηση
λοιπόν, είναι ο φόβος του καθημερινού «μικρομεσαίου» που μετά κόπων και βασάνων
(μικρότερων ή μεγαλύτερων) έχει καταφέρει να έχει το «κατιτίς του» και μετά
κόπων επίσης προσπαθεί να το διατηρήσει (ειδικά σε περιόδους κρίσης),
νιώθοντας απειλούμενος από πάντου.
Από το κράτος (φόροι κλπ), τις τράπεζες (χρέη), τον τρόπο βιοπορισμού του και
την γενικότερη οικονομική κατάσταση (μειώση μισθού, πιθανή ανεργία,
«αναδουλειές», ακρίβεια κλπ) και βεβαίως και τον χ-«διπλανό» του που το εποφθαλμιά.
Στο πλαίσιο αυτό
και στην «ανάγκη» αφενός να «ξεσπάσει» κάπου αλλά και στην ασυνείδητη παραδοχή
ότι από όλο αυτό το πλέγμα απειλών μπορεί να «ελέγξει» μόνο το τελευταίο,
εμφανίζεται μια γενικότερη ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΚΑΚΕΝΤΡΕΧΙΑ εναντίων των «ενόχων». Ποιων
ενόχων όμως? Μα βεβαίως αυτών που νιώθει ότι το «απειλούν» (πραγματικά ή
φαντασιακά) στην καθημερινότητα του.
Ο μικροκλέφτης,
ο γείτονας που μας βλάπτει κάπως, ο άγνωστος που μας τράκαρε το παρκαρισμένο
αμάξι ή ο πιτσιρικάς που το χάραξε με κλειδί, ο μάστορας/μπακάλης που μας
κορόιδεψε, ο οδηγός που τρέχει ή πάρκαρε στην διάβασξ, ο παιδόφιλος, ο «γύπας» αρσενικός (συνήθως), όλοι
αυτοί και άλλοι πολλοί, αποτελούν μικρότερες ή μεγαλύτερες απειλές της ζωής που
στήσαμε. Και ΚΑΘΕ ΕΝΑΣ από αυτούς εισπράττει συνήθως ΑΘΡΟΙΣΤΙΚΑ την μήνη για
αυτά που μας έχουν κάνει ή μπορεί τέλος πάντων να συμβούν σε μας. Ακόμα και ο
τυπάς που κλώτσησε το γατάκι, είναι ένας «κακός άνθρωπος». Σε μια άλλη
περίσταση θα μπορούσε να είχε κλωτσήσει το δικό μας γατάκι ή εμάς τους ίδιους ή
να μας κλέψει ή..ή…ή… μια τεράστια θάλασσα από «ή» που φουσκώνει μέσα μας και
μας εξοργίζει.
Ας πούμε, το να σου
βουτήξει κάποιος το κινητό από το τραπεζάκι στην καφετέρια, είναι ένα
κόστος. Όχι τέτοιο ώστε να καταστραφείς και σίγουρα όχι τέτοιο που να εύχεσαι
να τον κόψει αυτοκίνητο. Η ΥΠΕΝΘΥΜΙΣΗ όμως μιας γενικότερης απειλής, που ξεκινά
από το κινητό στο τραπεζάκι και φτάνει στο ότι πρέπει να συνοδεύεις το παιδί
ακόμα και δυο βήματα από το σπίτι μην το κόψει κανένας ασυνείδητος/πιωμένος
οδηγός ή μην το πειράξει κανάς ανωμαλάρας, ΟΛΟ ΑΥΤΟ κρατά τον απλό κόσμο σε μια
συνεχή πίεση. Και βεβαίως είναι μια πίεση που συνειδητά και με επιλεκτικό τρόπο
ΕΝΤΕΙΝΕΙ το σύστημα, αφενός για να μπορεί να «ξεχνιέται» η δική του άμεση
συμβολή σε όσα απειλητικά προανέφερα (υπέρογκοι φόροι, ακρίβεια, κίνδυνος
ανεργίας κλπ), αφετέρου για να εφαρμόζει συχνά μια σειρά από αντιδραστικά μέτρα (κατασταλτικά ή "προληπτικά") που
έχουν διττό ρόλο. Και μπορούν ανά περίσταση να στραφούν επί «δικαίων και
αδίκων» και παράλληλα λειτουργούν ως η «κολυμπήθρα του Σιλωάμ» που ξεπλένουν
τις κρατικές και συστημικές ευθύνες στα υπόλοιπα, αφού τελικά οι κρατούντες «κάνουν κάτι» στον τομέα
της παραβατικότητας.
Είναι
προφανές ότι αν τα υπόλοιπα ήταν καλύτερα (φόροι, κόστος διαβίωσης/περίθαλψης
κλπ, ασφάλεια στον βιοπορισμό κλπ), τότε
και οι πιθανές «καθημερινές απώλειες» είτε λόγω προσωπικής μας αβλεψίας είτε
λόγω κάποιας περιορισμένης «αντικοινωνικής συμπεριφοράς» θα φαινόντουσαν
λιγότερο σημαντικές και πιθανά και η «οργή» θα ήταν πιο περιορισμένη. Επειδή όμως ως
κοινωνία έχουμε ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ ότι μπορεί να αλλάξουν τα «μεγάλα», ο μόνος τομέας
που φανταζόμαστε ότι μπορούμε να επιδράσουμε, είναι η «διαχείριση του υπάρχοντος».
Όσο και αν μοιάζει περίεργο, η αιτία του ΥΠΕΡΜΕΤΡΟΥ θυμού/καυγά γιατί δεν
προσέξαμε στα ψώνια του σουπερμάρκετ και μας κόστισαν τόσο αντί τόσου είναι
ίδια με το γιατί ξεχάσαμε το παράθυρο ανοικτό και μας έκλεψαν την τσάντα.
Προφανώς και τα
δύο λάθη είναι υποδεέστερα της καθημερινής ΚΛΟΠΗΣ που υφιστάμεθα όταν η
κιλοβατόρα πάει στο θεό, το σουπερμάρκετ επίσης, οι φόροι είναι λες και
φορολογούν εφοπλιστές (λάθος: αν φορολογούσαν εφοπλιστές θα ήταν αναλογικά
μικρότεροι!) κοκ. Και το καθημερινό ΚΟΣΤΟΣ αυτών στην συρρίκνωση του επιπέδου
διαβίωσης είναι σαφώς μεγαλύτερο από συγκυριακές απώλειες. Αλλά όλα αυτά,
ανήκουν σε μια σφαίρα που ο καθημερινός πολίτης έχει εξοβελίσει ότι μπορεί
πραγματικά να παρέμβει. Σε κάποιες περιπτώσεις τα έχει εξοβελίσει και από την
πολιτική! Ακόμα και αυτήν την ευνουχισμένη «παρέμβαση» που του έχουν επιτρέψει
να έχει, δηλαδή μια ψήφο ανά τέσσερα χρόνια, την ρίχνει συνήθως με κριτήριο την
διαχείριση του τελευταίου παράγοντα, του τελευταίου τροχού της αμάξης. Για αυτό
και έχουν καταντήσει πολιτικά «κριτήρια» οι ποινές, το πόσο αποτελεσματική
είναι η αστυνομία και η δικαστική εξουσία (η τελευταία ειδικότερα είναι
αποτελεσματικότατη στο να βγάζει απεργίες ως παράνομες) ή ακόμα και αν η
επιστροφή φόρου δόθηκε 2 μήνες νωρίτερα και αν το τάδε “pass” ήταν με δόσεις ή
μονοκοπανιά.
Ναι, η ΙΔΙΑ
«διαχειριστική» λογική της μικροκαθημερινότητας, είναι η κόκκινη (ή μάλλον: η
ΜΑΥΡΗ) κλωστή που συνδέει το «κόψτε τα χέρια του κλέφτη» με το «ρίξτε μου δυο
ψίχουλα αν θέλετε την ψήφο μου»!
Από το παραπάνω κείμενο, μένουν (επίτηδες) αναπάντητα, διάφορα ζητήματα. Δύο εξ
αυτών είναι αν ο πάσης φύσεως ρατσισμός παίζει ρόλο στην παραπάνω συμπεριφορά
και γιατί αναφέρομαι ειδικά σε μικροπαραβατικότητα. Επίσης κάποιοι ίσως να
ρωτούσαν αν η συγκεκριμένη συμπεριφορά, αφορά και φτωχά κοινωνικά στρώματα ή
λαούς/χώρες κλπ.
Όλα τα παραπάνω
(και όχι μόνο), είναι αυτά που η σημερινή «Αριστερά της ήττας» (στην οποία θα
αναφερθώ άλλη στιγμή) δίνει ισοπεδωτικές απαντήσεις, στην πράξη αγνοώντας
λόγους που κάποια πράγματα συμβαίνουν…ή ακόμα χειρότερα, απαξιώντας να
ασχοληθεί με αυτούς, κρυβόμενη πίσω από μια ιδεαλιστική λογική ότι οι άνθρωπο
«οφείλουν» να ξέρουν/σκέφτονται με συγκεκριμένες παραμέτρους (και άρα όσοι δεν το κάνουν είναι εξαρχής "χαμένη υπόθεση")
Πριν πω
οτιδήποτε άλλο, ας πω αυτό ΠΑΡΕΝΘΕΤΙΚΑ και ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΑ. Οι άνθρωποι ΔΕΝ ΩΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΝΤΑΙ
ΤΙΠΟΤΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ. Μόνο να σκέφτονται, αλλά αυτό το κάνουν. Το τι
«αποτέλεσμα» εξάγει η σκέψη αυτή, εξαρτάται από το πλαίσιο που κινούνται, τα
δεδομένα που έχουν και συγκυριακούς παράγοντες. Όποιος αριστερός θέλει να
μεταφέρει από πάνω του το «βάρος» της δικής του συνεισφοράς στην κοινωνική
σκέψη των ανθρώπων, σε κάποια αόρατη «επιφοίτηση του Ανθρωπίνου Πνεύματος» όπου
κάποια πράγματα είναι εκ γενετής αυτονόητα, ας το κάνει και μετά ας ανάψει και
ένα κεράκι σε μια εκκλησία της αρεσκείας του. Διότι στην ανθρώπινη Ιστορία,
υπήρχαν ανθρώπινες ομάδες, ανθρώπων βιο-λογικά ανεπτυγμένων πάνω κάτω σαν και μας, που θεωρούσαν
αυτονόητη την ανθρωποφαγία των αιχμαλώτων ενός πολέμου. Και κατά μια έννοια
και με βάση τις συνθήκες του τότε ίσως να ήταν και επιβεβλημένη! Η άρνηση κάποιου
στην σημασία των συνθηκών στην διαμόρφωση της ανθρώπινης συνείδησης, είναι στην
πραγματικότητα άρνηση της προσπάθειας αλλαγής αμφοτέρων! Μπορεί απλά να
περιμένει να φυτέψει τα δόντια του Δράκοντα (ή τον λόγο του Κυρίου ή του
Λένιν/κλπ, δεν έχει και τόση σημασία) και να περιμένει να φυτρώσουν έτοιμοι
επαναστάτες! Καλή τύχη με δαύτο!
Κλείνοντας την
παρένθεση, στο τελευταίο ερώτημα που έθεσα και χωρίς να μπορώ να μιλήσω με μεγάλη σιγουριά
μιας και τα όρια του τι θεωρείται φτωχός/πλούσιος και κατά συνέπεια
μικρή/μεγάλη απώλεια είναι κινητά (όπως επίσης είναι μεταβαλλόμενοι και οι
τρόποι που συμπεριφέρονται οι άνθρωποι ανά περιοχή κλπ), θεωρώ ότι όσα λιγότερα
έχεις, τόσα λιγότερα έχεις να χάσεις και κατά συνέπεια να οργιστείς. Συν του
γεγονότος ότι αν έχεις σχεδόν τίποτα, πράγμα που ο δυτικός πολίτης -ακόμα και
σε κακή οικονομική κατάσταση- αδυνατεί να συλλάβει, τότε συχνά μπορεί να
βρεθείς ή να φλερτάρεις με την «απέναντι όχθη» της νομιμότητας από ανάγκη και
να δείχνεις περισσότερο κατανόηση σε αυτήν σε κάθε περίπτωση. Δεν είμαι και σίγουρος όμως.
Όσον αφορά τον
ρατσισμό, είναι εμφανές ότι υπάρχει. Μόνο που συχνά είναι ένας ΤΑΞΙΚΟΣ
ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ, που εμφανίζεται με λανθάνοντα τρόπο ως «κλασσικός». Με βάση το
σκεπτικό που ανέφερα, ο μέσος πολίτης ρατσίζει εναντίων εκείνων που θεωρεί
(σωστά ή λάθος) ότι ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΑ απειλούν το κατιτίς του. Μετανάστης, «γύφτος»,
Αλβανός, πρεζάκι, αναρχικός….δεν έχει και τόσο σημασία, στο βαθμό που πιστεύει
ότι εμφανίζουν αυξημένη πιθανότητα (έως «βεβαιότητα») να τον θίξουν, διατηρεί
εξαρχής (στην καλύτερη εκδοχή) αμυντική στάση απέναντί τους και σε περιπτώσεις
όπου δικαιωθούν οι φόβοι του, ξεσπαθώνει
ασύμμετρα με το τελικό πραγματικό συμβάν (για λόγους που προαναφέρθηκαν).
Κατά βάση
λοιπόν, ο ρατσισμός είναι έναντι «στον φτωχό και τις διάφορες όψεις και
συμπεριφορές του». Ακόμα και τις αισθητικές! Σαφώς υπάρχουν και κλασσικοί ρατσιστές που τους ενοχλεί ο
κάθε «σκούρος» ας πούμε, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία θα έκανε ειλικρινέστατες
κωλοτούμπες σε έναν ματσωμένο «σκούρο» ας πούμε που θα του νοίκιαζε με RBNB το διαμέρισμα για 200 ευρώ την μέρα….έναν μαύρο
συνταγματάρχη του αμερικάνικου στρατού ας πούμε που ψάχνει σπίτι στην Γλυφάδα,
έναν ευκατάστατο Άραβα έμπορο κοκ. Πιθανά να γινόντουσαν ακόμα και φιλαράκια!
Αλλά αυτός δεν μας απειλεί να μας «πάρει»...δίνει κιόλας!
Τέλος (και δεν
το άφησα τυχαία τελευταίο), όσον αφορά την παραβατικότητα ΓΕΝΙΚΑ, επιμένω ότι η
πλειοψηφία ενοχλείται περισσότερο από το μέγεθος και ΕΙΔΟΣ της παραβατικής και «αντικοινωνικής»
συμπεριφοράς, που την αφορά/ενοχλεί ΑΜΕΣΑ. Είναι σωστό, ότι συνήθως η τάση για
νομιμοφροσύνη, επεκτείνεται στα πάντα. Η σημασία όμως της «νομιμοφροσύνης στα
καθημερινά και αναμεταξύ ΜΑΣ» είναι σαφώς υπερτονισμένη. Οι αποδείξεις είναι
πάρα πολλές.
Αφενός, ακόμα
και όσοι διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για τους νόμους που δεν εφαρμόζονται κλπ,
συνήθως «βολικά» ξεχνούν τους νόμους που δεν τους βολεύουν. Από το παράνομο
παρκάρισμα, τα «μαύρα χρήματα» σε είσπραξη ή πληρωμή (πχ ενός μάστορα) έως κάθε
μικροπαρανομία που συνήθως καταφεύγουν από ανάγκη ή ως «αντίβαρο» της κρατικής
πολιτικής που πρέπει να υποστούν.
Αφετέρου, είναι προφανές ότι ο πορτοφολάς, τους είναι πιο μισητός από τον ληστή
τραπεζών, ακριβώς διότι ο δεύτερος δεν τους αγγίζει...αν και «δημοσίως»
δύσκολα θα το παραδεχτούν. Αλλά είναι εμφανές. Στα πλαίσια μιας ΑΝΩΔΥΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟ
ΣΥΣΤΗΜΑ υποκουλτούρας, με λανθάνοντα τρόπο ένας μικρομεσαίος μπορεί με
ευχαρίστηση να δει μια ταινία με «ήρωες» ληστές τραπεζών ή καζίνο, συχνά
συμπάσχοντας στο να θέλει να την γλυτώσουν και να πετύχουν κιόλας!
Ο μικρομεσαίος πολίτης, από την θέση του, νιώθει ότι απειλείται «από τους από
πάνω του και τους από κάτω του». Τους πρώτους όμως θέλει να τους φτάσει ενώ
στους δεύτερους θέλει να αποφύγει να «ξεπέσει», γεγονός που του γεννά διπλό
«φόβο» για αυτούς. Επίσης νιώθει ότι «το χέρι του» φτάνει να τιμωρήσει μόνο
τους δεύτερους. Τους πρώτους, τους αφήνει να τιμωρηθούν από τίποτα φανταστικούς
vigilande που ήταν "μάγκες"!
Δεν είναι τυχαίο
ότι ταινίες σαν το Casa di Papel είχαν τόση επιτυχία στο πλήθος. Μέσω αυτών,
ασυναίσθητα ο μικρομεσαίος/μικροαστός εκφράζει παράλληλα την θολή αντικρατική
και ταξική τσαντίλα του στην εξουσία των ισχυρών (μέχρι που στο τέλος οι ληστές
τραγουδούν το «Bella Ciao”…με εμφανή λογική στο που φτάνει η
επαναστατικότητα στην εποχή μας!), αλλά αυτή η κατάφορη παραβατικότητα δεν τον
αφορά (εκτός αν τύχαινε να είναι πελάτης της τράπεζας). Δεν είναι τυχαίο ότι η
σειρά προσεκτικά φροντίζει ώστε οι πράξεις των ληστών να έχουν σχεδόν μηδαμινό αντίκρισμα
σε καθημερινούς ανθρώπους. Εκρήξεις συμβαίνουν, αλλά οι ζημιές είναι σε αμάξια
της αστυνομίας, στην τράπεζα κοκ.
Από την άλλη,
κανείς μας δεν θα μπορούσε να φανταστεί μια τέτοια σειρά που θα έπιανε «το
κοινό», αν είχε ως ήρωα ένα πρεζάκι που κλέβει πορτοφόλια στο Μετρό και σπάει
φαρμακεία! Άντε να την έβλεπε καμιά μειοψηφία κουλτουριάδηδων σινεφίλ. Αλλά με
τέτοιους δεν φτιάχνεις blockbuster, άντε να γεμίζεις ψαγμένο σινεμά στο κέντρο
για 10 παραστάσεις…
Ενώ λοιπόν από
πλευράς «παρανομίας του κοινού ποινικού δικαίου» οι Casadipapelίτες έχουν σπάσει τα κοντέρ, ενώ αυτό που κάνουν
είναι σαφώς πιο επικίνδυνο, ενώ το κάνουν κυρίως για την κονόμα και όχι γιατί
ψωμολυσσάνε…..μετατρέπονται σε ήρωες από ένα κοινό που ξέρει ότι αυτά είναι
«παραμυθάκια» και τέλος πάντων και πραγματικά να συμβούν, αφορούν «άλλους και
μεγάλους». Ο κλέφτης του Ναβάρα όμως ή ακόμα και ο κακομοίρης που μπορεί να
πεινάει και ρήμαξε το μποστάνι, μπορεί να αφορά και μας ή τέλος πάντων ΚΑΠΟΙΟΝ
ΣΑΝ ΕΜΑΣ. Εδώ δεν έχει πλακίτσα, έχει «ρίξτε τον στο πυρ το εξώτερον» μπας και
«αποθαρρυνθούν» οι επόμενοι και ΔΕΝ έρθει και η σειρά μας.
Κλείνοντας, να
πω ότι το κείμενο είναι τόσο μακροσκελές, διότι προσπάθησε να πιάσει πολλές
πλευρές πιθανής διαφωνίας (και συμφωνίας βεβαίως).
Κανένα από αυτά
που (περι)γράφει, δεν είναι από μόνο του καινοφανές, ούτε και υπήρχε τέτοια
φιλοδοξία.
Από την άλλη όμως, προσπαθεί να απαντήσει σε απλοϊκά
διπολάκια/ερωτήματα/θέσφατα που εκφράζονται ανά διαστήματα σε διάφορα θέματα,
τα οποία αυτοί που τα θέτουν, είτε το κάνουν για λόγους εντυπωσιασμού και με
ένα πιασάρικο σκεπτικό του «ρε σε τι κοινωνία ζούμε» σαν σύγχρονοι Αυλωνίτηδες,
είτε όντως δεν έχουν συνδυάσει μια σειρά από πράγματα που όντως ξέρουν και
βλέπουν γύρω τους.
Στην πρώτη
περίπτωση, έχουμε μια κλασική δικαιολογία παραίτησης. Ο γιαλός είναι στραβός
(λες και ήταν ποτέ «ίσιος»!). Στην δεύτερη, συνήθως αυτό που συμβαίνει είναι η
ασυναίσθητη επιλογή δεδομένων που βολεύουν ένα σκεπτικό και η αγνόησή άλλων.
Και στις δυο περιπτώσεις, ισχύει (κατά διασκευή του γνωστού μαρξιστικού
ρητού) το:
«Το ζήτημα δεν
είναι να θέλουμε μόνο να αλλάξουμε τον κόσμο. Το ζήτημα είναι να μπορούμε να
τον καταλάβουμε».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου